Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Σάββατο 3 Ιουνίου 2017

ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ


ΩΡΑ ΜΗΔΕΝ

-Πάλι σταμάτησε. Τι θέλεις πάλι; Δε βαρέθηκες να κάνεις το ίδιο πράγμα;
Τη κοιτά και παίρνει σάρκα και οστά. 
Τη κοιτά στα μάτια, ψάχνοντας μες το θυμό της.
-Θυμάσαι τότε; Εκείνους τους δείχτες που έπρεπε να αλλάξεις; Προτίμησες να αδιαφορήσεις. Με "ίσως" και "μπορεί", τους άφησες.
Θυμάσαι εκείνους τους φιλντισένιους αριθμούς με το μαύρο περίγραμμα; Τους θαύμαζες και ήσουν αποφασισμένη να τους πάρεις.Μέτρησες αριθμούς σε μέρες, σε χρόνια και κρύφτηκες πάλι, πίσω από την αναβολή.
Τη νύχτα εκείνη, μία η ώρα, έπρεπε να βάλεις το άσπρο φουστάνι και να φύγεις. Αλλά εσύ έμεινες.
Όταν χτύπησα δύο φορές,η αλήθεια έπρεπε να είχε ειπωθεί,αλλά εσύ σιώπησες.
Στις έξι και μισή, έβαλα στα "χέρια " μου κάτι για σένα. Το κοίταξες και το χάρισες, χωρίς δεύτερη σκέψη.
Εφτά η ώρα, όταν αναθάρρησες με μια στιγμή πάθους.
Εφτά και μισή, έφυγες ντυμένη με σκοτάδι και λύπη.
Στις οκτώ, κοιτούσες τον τοίχο και τη γραμμή της ζωής σου να φτιάχνει αχνά περιγράμματα πάνω του.
Στις εννιά, ένοιωθες να σε σφίγγει αυτή η ισχνότητα και βγήκες στους δρόμους. Για μια ελεύθερη αναπνοή, για μια στιγμούλα ελευθερίας.
Στις δώδεκα... δεν έχω άλλο κουράγιο να προχωρήσω.
Κινήθηκα, όσο πιο αργά μπορούσα. Για να σε βοηθήσω. Για να προλάβεις.
Εκείνη το κοιτά. Τη στιγμή που ανεβαίνει κατάκοπα στο σκουριασμένο καρφί του.
Ώρα μηδέν για κείνη!




Ρώτησα το χρόνο...
 "Ποια είναι η λύση;"
Και μου απάντησε:
"Άσε με να περάσω"

ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ


ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ

-Έλα , σου ετοίμασα τη βαλίτσα που αγαπάς
γι' αυτό το ταξίδι που πρέπει να πας! 
Μην αργείς πολύ, 
σε περιμένουν τα παιδιά σε χρυσή ακτή.
Τους έταξες τόσα πολλά
 και τα 'χεις μπλέξει στα χρυσά σου μαλλιά.
Σου έβαλα το παντελόνι το λαδί 
και το κοντομάνικο  μπλουζάκι το βυσσινί.
Α! και το μαγιό σου το χρωματιστό,
 εκείνο θυμάσαι, που είχαμε πάρει στο χωριό.
Τα παπούτσια σου τα αθλητικά 
για να παίζει μπάλα, όπου η ψυχή λαχταρά.
Κι αν κάνει ζέστη πολύ,
 τα πέδιλα σου τα έχω στο κουτί.
Κι όταν το στομάχι σου δεθεί
 από τη πείνα σαν κορδόνι
σου ΄χω καρπούζι λαχταριστό
 και δροσερό πεπόνι.
Σου 'βαλα δώρα για τα παιδιά,
 μη πας με χέρια αδειανά.
Βανίλια, σοκολάτα, καϊμάκι, 
γρανίτα φράουλα με καλαμάκι.
Παιχνίδια με αλμύρα και νερό,
 μαργαριταρένια αχιβάδα απ' το γιαλό.
Σου 'βαλα και εκείνα τα κλειδιά, 
για να κλείσεις του σχολείου την αγκαλιά.
Νεροπίστολα για τη δροσιά, 
όταν ο ήλιος θα καίει στου ουρανού την απλωσιά.
ΖΖΖ!...
 Άσε στην άκρη αυτή τη ζαβολιά 
και κρύψε το κουνούπι στου σπιτιού μας τη γωνιά.
Έλα να σε φιλήσω και να σου πω, 
πόσο πολύ σε αγαπώ.
Καλό ταξίδι, ξανθό μου καλοκαίρι
 και να χαρίσεις όμορφες στιγμές στης γης αυτά τα μέρη.

Εκείνη στέκεται, χαζεύει και κοιτά την κυπαρισσένια  κορμοστασιά!
Καλό ταξίδι!